- ακτινομύκητες
- (actinomycetes). Μύκητες χρήσιμοι για την παραγωγή αντιβιοτικών αλλά και παθογόνων βακτηρίων. Η ονομασία τους οφείλεται στο γεγονός ότι τα κύτταρα τους είναι νηματοειδή και διακλαδισμένα, ώστε μοιάζουν με υφές μυκήτων. Η διάμετρος των νημάτων τους είναι η μισή περίπου από εκείνη των μυκήτων. Κατατάσσονται στα βακτήρια, κυρίως γιατί στερούνται –μορφολογικά τουλάχιστον– πυρήνα. Στους α. ανήκουν δύο κυρίως γένη, ο ακτινομύκητας και ο στρεπτομύκητας. Στον πρώτο, τα νήματα διαχωρίζονται και σχηματίζονται μεμονωμένα κύτταρα, ενώ στον δεύτερο, το σύστημα των νημάτων παραμένει άθικτο και παράγονται κονίδια στις άκρες των διακλαδώσεων, όπως ακριβώς γίνεται και σε πολλούς μύκητες. Ο α. βρίσκεται στο έδαφος και ένα είδος, ο γνωστός επιστημονικά ως α. ο μπόβις, είναι παθογόνος, και προκαλεί στον άνθρωπο και τα ζώα, κυρίως στα βοοειδή, μια σοβαρή αρρώστια γνωστή με το όνομα ακτινομύκωση (βλ. λ.). Φορείς του είδους αυτού θεωρούνται τα καλάμια των αγρωστωδών. Ένας άλλος α., ο σκάβιος, προκαλεί σοβαρές αρρώστιες σε φυτά και κυρίως στις πατατιές. Ένας τρίτος α., ο τούμουλος, προκαλεί μεγάλες καταστροφές στα ζαχαρότευτλα. Οι στρεπτομύκητες είναι άφθονοι στο έδαφος και είναι υπεύθυνοι για τη χαρακτηριστική οσμή του ανακατεμένου χώματος. Χρησιμοποιούνται για την παραγωγή αντιβιοτικών, όπως η στρεπτομυκίνη, η χρυσομυκίνη και η χλωρομυκητίνη.
Dictionary of Greek. 2013.